«Πότε θα μιλήσουμε για τα εγκλήματα της αποκιοκρατίας;» (HotDoc, 24/9/2017)

images

«Πότε θα μιλήσουμε για τα εγκλήματα της αποκιοκρατίας;»

 

Στις 7 Απριλίου 2000 στην πρωτεύουσα της Ρουάντα, Κιγκάλι, μέσα σε ένα σύννεφο σκόνης -χαρακτηριστικό της αφρικανικής πρωτεύουσας- ένα σιωπηλό πλήθος άκουγε τον τότε Βέλγο πρωθυπουργό Γκί Φέρχοφσταντ να αναφέρει σε έναν συγκινητικό λόγο: «Υποκλίνομαι μπροστά στα θύματα της γενοκτονίας. Στο όνομα της χώρας μου, στο όνομα του λαού μου, σας ζητώ συγνώμη». Ο Βέλγος πολιτικός αναφερόταν σαφώς στις ευθύνες του Βελγίου-παλιού κυρίαρχου της χώρας- για την αδράνειά του κατά την διάρκεια του εμφυλίου πολέμου μεταξύ των Χούτου και των Τούτσι. Ειδικότερα, προσδιόριζε τις ευθύνες της χώρας του στην απόφαση των Βρυξελλών να αποσύρουν το 1994 τους κυανόκρανους Βέλγους από την περιοχή της Μινουάρ μετά την δολοφονία πέντε νεαρών στρατιωτών του ΟΗΕ από παραστρατιωτικούς. Το αποτέλεσμα της απόσυρσης των βελγικών ειρηνευτικών δυνάμεων ήταν να σημειωθεί μια από τις μεγαλύτερες σφαγές στην ιστορία του εμφυλίου με περισσότερα από 50000 θύματα. Η συγνώμη από την βελγική πλευρά περιοριζόταν μόνο στην ευθύνη για την σύγχρονη τραγωδία. Καμιά αναφορά στα εγκλήματα και τις ευθύνες των Βέλγων στην περιοχή την εποχή της αποικιοκρατίας.  Μετά όμως από την δημόσια αυτή έκφραση συμπάθειας, ένας δημόσιος διάλογος –που  είχε ήδη αναπτυχθεί, δειλά είναι η αλήθεια, από την δεκαετία του 1980- ανατροφοδοτήθηκε με βασικό ερώτημα: πότε επιτέλους θα μιλήσουμε ανοιχτά για τα εγκλήματα της αποικιοκρατίας;

Η πρακτική του συστηματικού αφανισμού μιας εθνικής ομάδας δεν αφορά μόνο περιοχές της γης όπου συγκρούονταν προ-νεωτερικοί πολιτισμοί όπως λ.χ.  οι σφαγές που συστηματικά εφάρμοσαν οι Ίνκας στους αντιπάλους τους ή η πρακτική του δουλεμπορίου των Αράβων στην αφρικανική ήπειρο προ της ευρωπαϊκής κατάκτησης κ.α.  Ο δυτικός πολιτισμός συνδέεται άμεσα με τέτοιου είδους πρακτικές ήδη από την αρχαιότητα όπως γνωρίζουμε. Η εξολόθρευση των αντιπάλων ή και ολόκληρων εθνικών ομάδων μετά τις μάχες υπήρξε μια συνήθης πρακτική  για τους λαούς της Μεσογείου, της Μέσης Ανατολής ή και αργότερα κατά την ύστερη Αρχαιότητα για τους νέους λαούς που εισέβαλαν στην Ευρώπη. Θα υπέθετε κάποιος ότι με την εξέλιξη των ηθών και την πρόοδο του νομικού πολιτισμού, την διακήρυξη των δικαιωμάτων του ανθρώπου, την κατάργηση της δουλείας, τις συνθήκες της Γενεύης για το δίκαιο του πολέμου, όλες αυτές οι πρακτικές εθνοκάθαρσης και αφανισμού των αντιπάλων λαών θα εξαφανίζονταν. Το αντίθετο. Η αποικιοκρατία- ως βασικό απότοκο του καπιταλισμού- συνδέθηκε στενά με μερικές από τις πιο σκοτεινές σελίδες της ιστορίας της Δύσης.

Κατά τον 15ο αι., όταν οι Ευρωπαίοι ανακαλύπτουν τον Νέο Κόσμο για λογαριασμό του δυτικού πολιτισμού, έλαβε χώρα η γενοκτονία των ιθαγενών πληθυσμών. Τα ταξίδια του Κολόμβου έφεραν σε επαφή τους Ευρωπαίους με νέους πληθυσμούς και  οι ιθαγενείς άρχισαν άμεσα να χρησιμοποιούνται ως σκλάβοι. Βασικά χαρακτηριστικά της πρώτης αυτής περιόδου των ανακαλύψεων ήταν η βίαια αντιμετώπιση των ιθαγενών της Καραϊβικής, οι οποίοι σε σύντομο διάστημα εξαφανίστηκαν ολοκληρωτικά και η οργάνωση της δουλείας. Οι ανάγκες που προέκυψαν για τις καλλιέργειες οδήγησαν τους αποίκους να εγκαταστήσουν μαύρους δούλους από την Αφρική. Υπολογίζεται ότι από τον 16ο αι. ως τα μέσα του 19ου αι. μεταφέρθηκαν στην Αμερική πάνω από 12,5 εκ. Αφρικανοί ως δούλοι. Στην ηπειρωτική χώρα, οι πόλεμοι των κονκισταδόρων  εναντίον των Αζτέκων, των Μάγιας, των Ίνκας και άλλων τοπικών φυλών υπήρξαν άγριοι και οδήγησαν στον αφανισμό χιλιάδων ανθρώπων και στην καταστροφή μακραίωνων πολιτισμών. Όταν τον 17ο αι. ολοκληρώθηκε η κατάληψη της λεγόμενης Νέας Ισπανίας (Μεξικό και Κ.Αμερική) ο ιθαγενής πληθυσμός από περίπου 25 εκατομμύρια που υπολογιζόταν στα 1519 έφτασε να αριθμεί μόλις το ένα εκατομμύριο. Στην κοιλάδα της πόλης του Μεξικό ο ιθαγενής πληθυσμός υπολογιζόταν στο 1,5 εκ. το 1519 και έφτασε τις 325.000 το 1570 και στις μόλις 70.000 το 1650. Σίγουρα πρόκειται για ένα από τα σημαντικότερα εγκλήματα στην ιστορία της ανθρωπότητας. Οι προκολομβιανοί πολιτισμοί καταστράφηκαν ολοκληρωτικά και μια σειρά μολυσματικών ασθενειών που μεταφέρθηκαν από την Ευρώπη στην Αμερική ολοκλήρωσαν το έργο των κατακτητών. Ο καθολικισμός δια της βίας αντικατέστησε αρχέγονες θρησκείες επικρατώντας σχεδόν ολοκληρωτικά.  Το δουλεμπόριο αποτέλεσε για παραπάνω από  150 χρόνια την επαχθέστερη αλλά και την επικερδέστερη οικονομική δραστηριότητα των Ευρωπαίων. Τέλος, επαφή των Δυτικών με τους ιθαγενείς πληθυσμούς οδήγησε και στην διατύπωση των πρώτων θεωριών ταξινομήσεων σε ανώτερες και κατώτερες φυλές, στην επικράτηση δηλαδή διακρίσεων με βάση την φυλετική καταγωγή.

 

Η εντύπωση ότι μετά την Αμερικανική Ανεξαρτησία, την Γαλλική Επανάσταση και την κατάργηση της δουλείας (18ος αι.) οι πρακτικές αυτές θα εξαφανίζονταν χάρη και στην κινητοποίηση της ευρωπαϊκής διανόησης αποδείχθηκε φενάκη. Στη Βόρεια Αμερική η συγκρότηση των Η.Π.Α. συνοδεύτηκε από τον σχεδόν ολοκληρωτικό αφανισμό των αυτοχθόνων. Η πορεία προς τη Δύση πόρρω απείχε από την εικόνα που επικράτησε στην λαϊκή κουλτούρα μέσω των κινηματογραφικών ταινιών. Στην παροξυσμική πορεία προς τη Δύση η εθνοκάθαρση έγινε συνώνυμο της κυριαρχίας του τεχνικού πολιτισμού του λευκού ανθρώπου.  Ο δυτικός καπιταλισμός του 19ου αι. βασίστηκε στις δομές της αποικιοκρατικής κυριαρχίας για να εδραιωθεί σε παγκόσμιο επίπεδο. Οι θεωρίες περί ισονομίας και ισοπολιτείας μπορεί να αποτελούσαν βασικά διακυβεύματα για τις φιλελεύθερες αναζητήσεις των δυτικών κοινωνιών αλλά για τους λαούς που βρίσκονταν υπό την ευρωπαϊκή εξουσία οι έννοιες αυτές ήταν άγνωστες. Οι Ευρωπαίοι έκαναν λόγο για την «πολιτισμική ανωτερότητά» τους και την ανάγκη διάδοσης των αξιών που αντιπροσωπεύει η Ευρώπη σε ολόκληρο τον κόσμο. Η ρητορική αυτή που συνδύαζε ταυτόχρονα την ρατσιστική αντιμετώπιση των εξωευρωπαϊκών κοινωνιών με την μεσσιανική αντίληψη, γνώρισε το αποκορύφωμά της με την διατύπωση των θεωριών του κοινωνικού δαρβινισμού  για την ερμηνεία και την τεκμηρίωση της αποικιοκρατικής πολιτικής. Σ’ αυτή την ιδέα της πνευματικής ανωτερότητας εδράζεται το σύνολο των ερμηνειών που επιχειρήθηκαν για την αποικιακή εξάπλωση στον κόσμο. Εξάλλου, όπως πολύ σωστά έχει διατυπωθεί η οικονομική καθυστέρηση συμβαδίζει με την πολιτιστική καθυστέρηση και η υπανάπτυξη με την βαρβαρότητα. Από τη στιγμή που υπάρχει ένας μόνος πολιτισμένος κόσμος, ο Δυτικός, το εκπολιτιστικό του χρέος συνδυάζεται αναπόφευκτα με την αναγκαιότητα και της οικονομικής εξάπλωσης.

Ο Γάλλος ιστορικός Μάρκ Φερρό δημοσίευσε το 2003 την περίφημη μελέτη του «Η Μαύρη βίβλος της Αποικιοκρατίας», όπου γίνεται μια προσπάθεια καταγραφής των εκατοντάδων περιπτώσεων εγκλημάτων της αποικιοκρατίας αλλά θα προσθέταμε και του καπιταλισμού. Η Αφρική, η Ασία και η Ωκεανία υπήρξαν όχι απλώς τα παιδία ανταγωνισμού των ιμπεριαλιστικών δυνάμεων αλλά και τα θέατρα των εγκλημάτων κατά της ανθρωπότητας που συντελέστηκαν στο όνομα του «εκπολιτισμού». Στην Αφρική ξεχωρίζει η περίπτωση του βελγικού Κογκό.  Ως μια προσωπική αποικία του βασιλιά Λεοπόλδου, μια περίπτωση μοναδική στην ιστορία, το Κογκό χωρίστηκε σε ζώνες οικονομικής εκμετάλλευσης εταιριών όπου και επετράπη η εξαναγκαστική εργασία των ντόπιων στην καλλιέργεια καουτσούκ, στην εύρεση ελεφαντόδοντου και στα ορυχεία πολύτιμων λίθων και μεταλλευμάτων. Την ώρα που η προσωπική περιουσία του Λεοπόλδου αυξάνονταν εντυπωσιακά οι μαύροι εργάτες βασανίζονταν απάνθρωπα για να αυξήσουν την παραγωγή, οι οικογένειες όσων αντιδρούσαν εξανδραποδίζονταν, οι τιμωρίες ήταν απάνθρωπες και ιδιαζόντως σκληρές (με ξεχωριστή την τιμωρία κοπής των άκρων), ενώ οι απάνθρωπες συνθήκες εργασίας οδήγησαν στο θάνατο 3 ως 5 εκ. ανθρώπων. Η συντελούμενη γενοκτονία  προκάλεσε την διεθνή κατακραυγή και τις δημόσιες καταγγελίες ανθρωπιστικών οργανώσεων.  Αν και το 1908 το Κογκό πέρασε υπό τον πλήρη έλεγχο του Βελγίου δεν εξαλείφθηκαν οι συνθήκες που καθιστούσαν την αποικιακή διακυβέρνηση τυραννική για τους ντόπιους.  Νοτιότερα στην γερμανική αποικία της Ναμίμπια (Ν.Δ. Αφρική) η διοίκηση υπήρξε εξίσου αυταρχική. Στην περιοχή αυτή οι Γερμανοί κατέστειλαν βίαια το 1904 την εξέγερση των φυλών Χερέρο και Νάμα εξολοθρεύοντας πάνω από 100.000 άτομα. Η καταστολή έλαβε τις διαστάσεις γενοκτονίας με τον αφανισμό του 84% των Χερέρο και του 50% των Νάμα. Οι επιζήσαντες εγκλείστηκαν σε στρατόπεδα συγκέντρωσης στο Νησί των Καρχαριών, όπου η θνησιμότητα έφθανε το 45%, ενώ οι καταγγελίες της διεθνούς κοινότητας έκαναν λόγο για καταναγκαστική εργασία και ιατρικά πειράματα. Η γενοκτονία που συντελέστηκε αναγνωρίστηκε επίσημα από τον ΟΗΕ μόλις το 1984. Στην Μαδαγασκάρη ο αντιαποικιακός αγώνας των κατοίκων κατά των Γάλλων συνοδεύτηκε από μια βίαιη καταστολή που έλαβε προκάλεσε την κοινή γνώμη αναλογιζόμενοι ειδικά ότι μόλις δύο χρόνια πριν η παγκόσμια κοινότητα ανακάλυπτε την φρίκη της γενοκτονίας των Εβραίων από τους ναζί. Πάνω από 40000 Μαλγάσιοι θα εκτελεστούν ή θα πεθάνουν από τις κακουχίες στα στρατόπεδα των Γάλλων. Στην Αλγερία η γαλλική κατοχή και ο αντιαποικιακός αγώνας κόστισαν τη ζωή ενός πληθυσμού που ξεπερνά τις 500.000. Αναρίθμητα υπήρξαν τα θύματα στη Νότια Αφρική, τόσο κατά το διάστημα της βρετανικής κυριαρχίας όσο και κύρια κατά τα χρόνια του απαρτχάϊντ.  Στην Σιβηρία η κατάκτηση του χώρου από τους Ρώσους συνοδεύτηκε από μια συστηματική εξολόθρευση των πληθυσμών που βρέθηκαν πάνω στον άξονα κατασκευής του Υπερσιβηρικού. Υπολογίζεται ότι στην χερσόνησο της Καμτσάκα σφαγιάστηκαν σχεδόν 20000 ιθαγενείς από τους Κοζάκους. Η ιαπωνική αποικιοκρατία σε όλο το διάστημα της ύπαρξής της από τα τέλη του 19ου αι. ως το 1945 σημαδεύτηκε από μια σειρά εγκλήματα εις βάρος των Κορεατών, των Κινέζων αλλά και των άλλων λαών που βρέθηκαν υπό την κυριαρχία τους ειδικά κατά τον Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο. Ειδικά η Κορέα θα εξελιχθεί σε αποικία εγκατάστασης των Ιαπώνων και οι γηγενείς θα γνωρίσουν μια περίοδο σκληρής αποικιακής διοίκησης που ενείχε όλα τα χαρακτηριστικά οργάνωσης της οικονομικής δραστηριότητας δουλοπαροικιακά που συνοδευόταν με έντονη ρατσιστική συμπεριφορά προς τους ντόπιους. Κατά τη δεκαετία του 1930 οι Ιάπωνες έθεσαν σε εφαρμογή ένα γιγαντιαίο πρόγραμμα με στόχο την εξάλειψη της κορεατικής γλώσσας και κουλτούρας και την δημιουργία «νέων Ιαπώνων» κατοίκων που ωστόσο φυλετικά θα βρίσκονταν σε υποδεέστερη κατηγορία. Στην Αυστραλία οι Αβορίγινες μετά την έλευση των Βρετανών μειώθηκαν κατά 84% ενώ στη Νέα Ζηλανδία οι Μαορί σχεδόν κατά 60%. Στον Καναδά εξαιτίας της αγγλικής πολιτικής οι γηγενείς μειώθηκαν σχεδόν κατά 90%. Ο Έντσο Τραβέρσο υπολογίζει τους γηγενείς πληθυσμούς που χάθηκαν κατά τη διάρκεια της ευρωπαϊκής εξάπλωσης σε 60 με 70 εκ.

Τα παραδείγματα θα μπορούσαν να γεμίσουν εκατοντάδες σελίδες. Ποια είναι όμως η κατάσταση σήμερα; Μετά την αποαποικιοποίηση αναδείχθηκαν σταδιακά οι σκοτεινές πτυχές της εξάπλωσης των Δυτικών ανά τον κόσμο. Οι μελέτες και οι έρευνες κατέδειξαν την εγκληματική φύση της αποικιοκρατίας και αναπόφευκτα και της μήτρας του, του καπιταλισμού. Ωστόσο, μετά το 1990 εμφανίστηκαν και στο ζήτημα αυτό αναθεωρητικές τάσεις ερμηνείας του αποικιοκρατικού παρελθόντος με μια ταυτόχρονη προσπάθεια τεχνητής μείωσης των αριθμών των θυμάτων. Παράλληλα, η έξαρση του ισλαμικού φονταμενταλισμού έδωσε το άλλοθι για μια συνολική αναδιατύπωση των πολιτικών της αναγνώρισης του εγκληματικού παρελθόντος. O Τσβένταν Τοντόρωφ έγραφε το 2004 ότι «το καθήκον της μνήμης δεν θα είναι δικαιολογημένο ηθικά εάν η ανάκληση του παρελθόντος τρέφει πάνω από όλα την επιθυμία για εκδίκηση ή την ίδια την εκδίκηση, αν επιτρέψει μόνο την απόκτηση προνομίων ή την δικαιολόγηση της αδράνειας στο παρόν. Δεν μπορεί κανείς να κατηγορήσει κάποιον για την εργαλειοποίηση του παρελθόντος: όχι μόνο επειδή το κάνουν όλοι, αλλά και επειδή είναι νόμιμο το παρελθόν να υπηρετεί το παρόν. Μόνο που όλες οι χρήσεις της μνήμης δεν είναι καλές, ενώ μερικές από αυτές μοιάζουν περισσότερο με καταχρήσεις». Οι νεοσυντηρητικές κυβερνήσεις μέσα στο γενικότερο κλίμα αμφισβήτησης επεδίωξαν το ξαναγράψιμο της ιστορίας, μια εργαλειοποίηση του αποικιακού παρελθόντος με στόχο την πολιτική εκμετάλλευση στο στενό παρόν.  Υποβαθμίζοντας τις ευθύνες της Δύσης και προσπαθώντας να «αναδείξουν» τις λεγόμενες θετικές πτυχές της αποικιοκρατίας όπως λ.χ. την καταπολέμηση του αναλφαβητισμού, την οργάνωση θεσμών, την εκπαίδευση ή την υγεία, θέλησαν  να αντιστρέψουν την πραγματικότητα  χειραγωγώντας τη μνήμη και τους φορείς διαμόρφωσής της όπως λ.χ. η εκπαίδευση (π.χ. νόμος της 23/2/ 2005 στη Γαλλία για την διδασκαλία των θετικών πτυχών της αποικιοκρατίας). Οι προσπάθειες αυτές προκάλεσαν  και εξακολουθούν να προκαλούν την αντίδραση της παγκόσμιας επιστημονικής κοινότητας και της προοδευτικής διανόησης.  Ο δημόσιος διάλογος εξακολουθεί να είναι ανοιχτός και τα ερωτήματα  να παραμένουν: πότε θα αποδεχθεί η Δύση να μιλήσει ανοιχτά για τα εγκλήματα της αποικιοκρατίας; Και πότε θα τολμήσει να αποδεχθεί την ευθύνη του πολιτικοκοινωνικού συστήματος που γέννησε το φαινόμενο και εξακολουθεί να γεννά ανισότητες και αποκλεισμούς;